Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόrotacizzàre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [rotaʧidˈdzare] 1 ρωτακίζω 2 τραυλίζω το φθόγγο ρω permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |