Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


rotàre  
ρήμα αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [roˈtare]

1 στρέφομαι
2 γυρίζω κυκλικά
3 στροφοδινούμαι
4 σβουρίζω
5 στροβιλίζομαι
6 περιστρέφομαι
7 περιδινούμαι
8 στρέφομαι ολόγυρα

rotàre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [roˈtare]

1 στρέφω
2 περιστρέφω
3 στρίβω
4 στριφογυρίζω
5 περιδινώ
6 γυρίζω
7 στροβιλίζω


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  rotante rotariano  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

rotabile (επίθ.)
rotacismo (ουσ αρσ )
rotacizzare (ρ. μτβ.)
rotaia (θηλ.ουσ)
rotante (αρσ. επίθ και ουσ)
rotare (ρ.αμτβ.)
rotare (ρ. μτβ.)
rotariano (αρσ. επίθ και ουσ)
rotativa (θηλ.ουσ)
rotativista (ουσ αρσ και θηλ.)
rotativo (επίθ.)
rotato (επίθ.)
rotatorio (επίθ.)
rotazionale (αρσ. επίθ και ουσ)
rotazione (θηλ.ουσ)
roteamento (ουσ αρσ )
roteare (ρ. μτβ. και αμετβ.)
roteazione (θηλ.ουσ)
rotella (θηλ.ουσ)
rotellista (ουσ αρσ και θηλ.)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---