rostràle
επίθετο
Προσφορά I.P.A.: [rosˈtrale]
1 σχήματος ράμφους
2 ο του άμβωνα
3 ο της εξέδρα πλώρης πολεμικού πλοίου
4 διακοσμημένος με διακοσμητικά έμβολα (σαν των αρχαίων ρωμαὶκών πλοίων)
5 ο του ράμφους
επίθετο
Προσφορά I.P.A.: [rosˈtrale]
1 σχήματος ράμφους
2 ο του άμβωνα
3 ο της εξέδρα πλώρης πολεμικού πλοίου
4 διακοσμημένος με διακοσμητικά έμβολα (σαν των αρχαίων ρωμαὶκών πλοίων)
5 ο του ράμφους
permalink
rostrale (επίθ.)

Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android