Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόristuccàre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [ristukˈkare] 1 μπουχτίζω 2 βαριεστίζω 3 προκαλώ μεγάλη πλήξη 4 σοβατίζω ξανά 5 στοκάρω ξανά permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |