Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόripiglìno
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [ripiʎˈʎino] παιδικό παιχνίδι που ένα λάστιχο στα χέρια παίρνει διάφορες μορφές permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |