Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόrimbiondìre
ρήμα αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [rimbjonˈdire] γίνομαι ξανά ξανθός rimbiondìre ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [rimbjonˈdire] ξανθαίνω πάλι rimbiondirsi ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό) Προσφορά I.P.A.: [rimbjonˈdirsi] γίνομαι ξανά ξανθός permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |