Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόrifocillaménto
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [rifoʧillaˈmento] 1 αναψυχή 2 ξεκούραση 3 φρεσκάρισμα 4 αναζωογόνηση permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |