Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόpurgàta
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [purˈgata] 1 αγνισμός 2 κάθαρση 3 αποκάθαρση 4 καθαρμός 5 απόπλυση 6 ψυχική λύτρωση 7 εξαγνισμός permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |