Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόpunzonàre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [puntsoˈnare] 1 τρυπώ 2 εγχαράσσω 3 σταμπάρω 4 σφραγίζω με μολυβένια σφραγίδα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |