Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόpupazzettìsta
ουσιαστικό αρσενικό και θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [pupattsetˈtista] 1 γελοιογράφος 2 καρικατουρίστας permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |