Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόpropagànda
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [propaˈganda] 1 συστηματική προώθηση ιδεών ή προὶόντων 2 προώθηση 3 διαφήμιση 4 διάδοση πληροφοριών ή ιδεών 5 προβολή 6 προπαγανδισμός 7 προπαγάνδα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |