ItalianoGreco


profilatùra  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [profilaˈtura]

1 ρέλιασμα
2 ρέλι
3 προφίλ
4 περίγραμμα
5 σχεδιασμός σε κατατομή
6 στρίφωμα
7 διαμόρφωση


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---