Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόpispolàre
ρήμα αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [pispoˈlare] σφυρίζω για να μαζέψω πουλιά (με διάταξη ειδική) permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |