ItalianoGreco


pistolòtto  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [pistoˈlɔtto]

1 ζουμί αστείου (στο θέατρο)
2 νουθεσία
3 προειδοποίηση φιλική
4 υπενθύμιση λαθών
5 ανακεφαλαίωση
6 προτροπή
7 ενθάρρυνση


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---