Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόpersonificazióne
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [personifikatˈtsjone] 1 ενανθρώπιση 2 ενσωμάτωση 3 σάρκωση 4 προσωποποίηση 5 ενσάρκωση permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |