Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόpèrdita
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [ˈpɛrdita] 1 το χάσιμο, η απώλεια 2 (gocciolamento) η διαρροή 3 economia το χασούρα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |