Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόparticolarità
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [partikolariˈta] 1 μοναδικότητα 2 ιδιορρυθμία 3 ιδιαίτερη περίπτωση 4 λεπτομέρεια 5 ιδιαιτερότητα 6 ιδιομορφία 7 λεπτολογία permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |