Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόottùndere
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [otˈtundere] 1 εξασθενίζω την βία 2 στρογγυλεύω τα άκρα 3 στομώνω 4 αμβλύνω την κόψη 5 κάνω κάτι λιγότερο κοφτερό ottundersi ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό) Προσφορά I.P.A.: [otˈtundersi] αμβλύνομαι permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |