Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόnostròmo
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [nosˈtrɔmo] 1 ποδέτης 2 πρωρεύς 3 λοστρόμος 4 ναύκληρος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |