Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόnostràno
αρσενικό επίθετο και ουσιαστικό Προσφορά I.P.A.: [nosˈtrano] 1 τοπικός 2 περιφερειακός 3 εγχώριος 4 σπιτικός (φτιαγμένος στο σπίτι) 5 ντόπιος 6 εθνικός permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |