nòstro
ουσιαστικό αρσενικό
Προσφορά I.P.A.: [ˈnɔstro]
1 οι εισπράξεις μας
2 όλα ότι έχουμε
3 το εισόδημα μας
4 αυτό που μας ανήκει
5 ότι μας ανήκει
ουσιαστικό αρσενικό
Προσφορά I.P.A.: [ˈnɔstro]
1 οι εισπράξεις μας
2 όλα ότι έχουμε
3 το εισόδημα μας
4 αυτό που μας ανήκει
5 ότι μας ανήκει
permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα
padre [αρσ.] nostro = ο Πατέρ ημών
nostro (ουσ αρσ )
Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android