Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


negatóre  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [negaˈtore]

1 μηδενιστής
2 απαρνητής
3 αρνητής

negatóre  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [negaˈtore]

1 αρνούμενος
2 απαρνητικός
3 αρνητικός


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  negato negazione  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

negativista (ουσ αρσ και θηλ.)
negatività (θηλ.ουσ)
negativo (ουσ αρσ )
negativo (επίθ.)
negato (επίθ.)
negatore (ουσ αρσ )
negatore (επίθ.)
negazione (θηλ.ουσ)
neghittosità (θηλ.ουσ)
neghittoso (επίθ.)
negletto (επίθ.)
negligé (ουσ αρσ )
negligente (ουσ αρσ )
negligente (επίθ.)
negligentemente (επίρ.)
negligenza (θηλ.ουσ)
negligere (ρ.αμτβ.)
negligere (ρ. μτβ.)
negoziabile (επίθ.)
negoziabilità (θηλ.ουσ)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---