ItalianoGreco


motteggiatóre  
αρσενικό επίθετο και ουσιαστικό

Προσφορά I.P.A.: [mottedʤaˈtore]

1 ευθυμολόγος
2 αστειολόγος
3 φαρσέρ
4 καλαμπουρτζής
5 ζιζάνιο
6 πειραχτήρι
7 χωρατατζής
8 κεντρί


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---