Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόmouse
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [ˈmaws] το ποντίκι permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαtappetino [αρσ.] del mouse = το ταπέτο ποντικιού Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |