Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόmozzatùra
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [mottsaˈtura] 1 κόψιμο 2 κολόβωμα 3 κουτσούρεμα 4 ψαλίδισμα 5 αποκοπή 6 περικοπή permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |