ItalianoGreco


mucosità  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [mukosiˈta]

1 γλοιώδες έκκριμα αδένων
2 μύξα
3 βλέννη
4 βλέννα
5 ιδιότητα του βλεννώδους
6 βλεννώδης ουσία


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---