Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόmènda
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [ˈmɛnda] 1 κουσούρι 2 μειονέκτημα 3 ατέλεια κατασκευής 4 ελάττωμα 5 ψεγάδι permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |