Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόmendìco
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [menˈdiko] 1 ζήτουλας 2 σακουλές 3 ψωμοζήτης 4 ζητιάνος 5 διακονιάρης 6 επαίτης mendìco επίθετο Προσφορά I.P.A.: [menˈdiko] Επαιτών permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |