Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


mediastìnico  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [medjasˈtiniko]

1 διαφραγματικός
2 μεσοπνευμόνιος
3 μεσοθωράκιος


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  mediare mediastino  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

mediano (ουσ αρσ )
mediano (επίθ.)
mediante (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.)
mediante (πρόθ.)
mediare (ρ. μτβ. και αμετβ.)
mediastinico (επίθ.)
mediastino (ουσ αρσ )
mediatamente (επίρ.)
mediato (επίθ.)
mediatore (ουσ αρσ )
mediatore (επίθ.)
mediatrice (θηλ.ουσ)
mediazione (θηλ.ουσ)
medicabile (επίθ.)
medicale (επίθ.)
medicamento (ουσ αρσ )
medicamentoso (επίθ.)
medicare (ρ. μτβ.)
medicarsi (ρ.μ. (αντων.))
medicastro (ουσ αρσ )

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---