Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόinvergatùra
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [invergaˈtura] 1 ενοικίαση μέσων ή γης 2 σύμβαση ενοικίασης μέσων ή γης 3 ενοικίαση permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |