Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόinverniciàre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [inverniˈʧare] 1 βερνικώνω 2 βάφω 3 λουστράρω inverniciarsi ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό) Προσφορά I.P.A.: [inverniˈʧarsi] 1 βάφομαι 2 μακιγιάρομαι permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |