Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόinventìvo
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [invenˈtivo] 1 εφευρετικός 2 επινοητικός 3 πολυμήχανος 4 ευφάνταστος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |