Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόintrufolàre
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [intrufoˈlare] 1 προκαλώ γλίστρημα 2 ξεγλιστρώ 3 εξολισθαίνω 4 διολισθαίνω 5 γλιστρώ 6 ολισθαίνω intrufolàrsi ρήμα μέσο αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [intrufoˈlarsi] 1 μπαίνω στα κρυφά 2 ολισθαίνω 3 ξεγλιστρώ 4 παρεισφρύω 5 εξολισθαίνω 6 διολισθαίνω 7 παρεισδύω 8 υπεισέρχομαι 9 γλιστρώ permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |