Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόinsultatóre
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [insultaˈtore] Υβριστής insultatóre επίθετο Προσφορά I.P.A.: [insultaˈtore] 1 υβριστικός 2 ντροπιαστικός 3 επιθετικός 4 άπρεπος 5 ονειδιστικός 6 εξυβριστικός 7 προσβλητικός permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |