Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόinsozzàre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [insotˈtsare] 1 κηλιδώνω 2 ατιμάζω 3 ντροπιάζω 4 λερώνω 5 ρυπαίνω 6 βρωμίζω insozzarsi ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό) Προσφορά I.P.A.: [insotˈtsarsi] 1 λερώνομαι 2 ατιμάζομαι 3 εξευτελίζομαι permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |