Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόinseguiménto
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [insegwiˈmento] 1 κατατρεγμός 2 δίωξη 3 πουρσουί 4 καταζήτηση 5 κυνήγημα 6 καταδρομή 7 καταδίωξη 8 διωγμός 9 επιδίωξη 10 διώξιμο permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |