Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόinsecchìre
ρήμα αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [insekˈkire] 1 ξεραίνομαι 2 γίνομαι άγονος (για έδαφος) 3 στεγνώνω insecchìre ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [insekˈkire] 1 στεγνώνω 2 ξεραίνω 3 ξηραίνω permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |