Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόinscurìre
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [inskuˈrire] 1 σκοτεινιάζω 2 σκουραίνω 3 σκιάζω permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |