Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


inscrizióne  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [inskritˈtsjone]

1 εγγραφή
2 λεζάντα
3 αφιέρωση βιβλίου
4 επιγραφή
5 εγγραφή ονόματος σε χρεόγραφο


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  inscrivere inscrutabile  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

inscindibile (επίθ.)
inscindibilità (θηλ.ουσ)
inscrittibile (επίθ.)
inscritto (επίθ.)
inscrivere (ρ. μτβ.)
inscrizione (θηλ.ουσ)
inscrutabile (επίθ.)
inscrutabilità (θηλ.ουσ)
inscurire (ρ. μτβ. και αμετβ.)
inscusabile (επίθ.)
insecchire (ρ.αμτβ.)
insecchire (ρ. μτβ.)
insediamento (ουσ αρσ )
insediare (ρ. μτβ.)
insediarsi (ρ.μ. (αντων.))
insegna (θηλ.ουσ)
insegnabile (επίθ.)
insegnamento (ουσ αρσ )
insegnante (ουσ αρσ και θηλ.)
insegnante (επίθ.)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---