Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


inscrittìbile  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [inskritˈtibile]

Εγγράψιμος


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  inscindibilità inscritto  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

inscenare (ρ. μτβ.)
insciente (επίθ.)
inscienza (θηλ.ουσ)
inscindibile (επίθ.)
inscindibilità (θηλ.ουσ)
inscrittibile (επίθ.)
inscritto (επίθ.)
inscrivere (ρ. μτβ.)
inscrizione (θηλ.ουσ)
inscrutabile (επίθ.)
inscrutabilità (θηλ.ουσ)
inscurire (ρ. μτβ. και αμετβ.)
inscusabile (επίθ.)
insecchire (ρ.αμτβ.)
insecchire (ρ. μτβ.)
insediamento (ουσ αρσ )
insediare (ρ. μτβ.)
insediarsi (ρ.μ. (αντων.))
insegna (θηλ.ουσ)
insegnabile (επίθ.)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---