ItalianoGreco


innumerévole  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [innumeˈrevole]

1 απειράριθμος
2 αμέτρητος
3 απροσμέτρητος
4 αρίφνητος
5 απροσμέτρητος
6 αναρίθμητος


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---