Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


innànzi  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [inˈnantsi]

1 προκάτοχος
2 κατευθυνόμενος εμπρός
3 προγενέστερος
4 προηγούμενος

innànzi  
πρόθεση

Προσφορά I.P.A.: [inˈnantsi]

1 πριν
2 προ

innànzi  
επίρρημα

Προσφορά I.P.A.: [inˈnantsi]

1 εμπρός
2 προς τα εμπρός
3 ενώπιον
4 μπροστά
5 πριν
6 πρόσω
7 προηγουμένως


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  innamorato innanzitutto  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

innamorare (ρ. μτβ.)
innamorarsi (ρ. μ. αμτβ.)
innamorata (θηλ.ουσ)
innamorato (ουσ αρσ )
innamorato (επίθ.)
innanzi (επίθ.)
innanzi (πρόθ.)
innanzi (επίρ.)
innanzitutto (επίρ.)
innario (ουσ αρσ )
innaspare (ρ. μτβ. και αμετβ.)
innato (επίθ.)
innaturale (επίθ.)
innavigabile (επίθ.)
innavigabilità (θηλ.ουσ)
innegabile (επίθ.)
inneggiare (ρ. μτβ. και αμετβ.)
inneggiatore (αρσ. επίθ και ουσ)
innervare (ρ. μτβ. και αμετβ.)
innervazione (θηλ.ουσ)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---