Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόingrommàre
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [ingromˈmare] σχηματίζω κρούστα ingrommarsi ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό) Προσφορά I.P.A.: [ingromˈmarsi] 1 πιάνω κρούστα 2 κάνω κρούστα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |