Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόingeneróso
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [inʤeneˈroso], [inʤeneˈrozo] 1 μικρόψυχος 2 στενόκαρδος 3 στενοκέφαλος 4 φιλάργυρος 5 φειδωλός permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |