infecóndo
επίθετο
Προσφορά I.P.A.: [infeˈkondo]
1 λεπτόγειος
2 άγονος
3 άφορος
4 αδιαφόρετος
5 ασύμφορος
6 στείρος
7 λεπτόγαιος
8 χέρσος
9 άκαρπος
10 μη παραγωγικός
11 μη αποδοτικός
επίθετο
Προσφορά I.P.A.: [infeˈkondo]
1 λεπτόγειος
2 άγονος
3 άφορος
4 αδιαφόρετος
5 ασύμφορος
6 στείρος
7 λεπτόγαιος
8 χέρσος
9 άκαρπος
10 μη παραγωγικός
11 μη αποδοτικός
permalink
infecondo (επίθ.)

Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android