Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόinfatuàto
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [infatuˈato] 1 ξετρελαμένος 2 ενθουσιασμένος 3 τρελός από έρωτα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |