ItalianoGreco


infatuàre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [infatuˈare]

1 ξεμυαλίζω
2 εμπνέω ενθουσιασμό
3 αποτρελαίνω
4 εμπνέω αγάπη
5 ξετρελαίνω

infatuàrsi  
ρήμα μέσο αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [infatuˈarsi]

1 μου αρέσει υπερβολικά
2 ερωτεύομαι παράφορα
3 ξετρελαίνομαι


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---