Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόinfecondità
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [infekondiˈta] 1 μικρή παραγωγικότητα 2 αφορία 3 στειρότητα 4 ατοκία 5 αγονία 6 έλλειψη παραγωγικότητας permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |