Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόimpurità
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [impuriˈta] 1 πρόσμιξη 2 μίανση 3 ύπαρξη προσμίξεων 4 ρυπαρότητα 5 ακαθαρσία permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |