imputàbile
αρσενικό και θηλ επίθετο και ουσιαστικό
Προσφορά I.P.A.: [impuˈtabile]
1 οφειλόμενος
2 υποκείμενος σε κατηγορία
3 απαιτητός
4 καταλογιστέος
5 αποδόσιμος
6 που πρέπει να αποδοθεί
αρσενικό και θηλ επίθετο και ουσιαστικό
Προσφορά I.P.A.: [impuˈtabile]
1 οφειλόμενος
2 υποκείμενος σε κατηγορία
3 απαιτητός
4 καταλογιστέος
5 αποδόσιμος
6 που πρέπει να αποδοθεί
permalink
imputabile (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.)

Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android